- αἰγικορεῖς
- αἰγικορεῖςgoatherdsmasc acc plαἰγικορεῖςgoatherdsmasc nom/voc pl (parad-form)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αιγικορείς — Μία από τις τέσσερις αρχαίες φυλές της Αττικής και πολλών άλλων ιωνικών πόλεων. Οι άλλες ήταν οι Αργαδείς, οι Οπλίτες και οι Γελέοντες. Επειδή η ετυμολογία των λέξεων ήταν άγνωστη υπήρχαν δύο ερμηνείες. Η μία ότι τις δημιούργησε ο Ίων και τους… … Dictionary of Greek
Αἰγικόρεις — Αἰγικόρης masc nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγικορῆς — αἰγικορεῖς goatherds masc nom pl αἰγικορεῖς goatherds masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προβατεία — ἡ, Α [προβατεύω] 1. η φύλαξη και η φροντίδα προβάτων 2. συνεκδ. ο βίος και το επάγγελμα τού ποιμένα («Αίγικορεῑς δὲ τοὺς ἐπὶ νομαῑς καὶ προβατείαις διατρίβοντας», Πλούτ.) 3. περιουσία σε πρόβατα ή ποίμνιο προβάτων, πρόβασις* … Dictionary of Greek
Αργαδείς — Μία από τις τέσσερις παλιές φυλές της Αττικής, που περιλάμβανε τους εργατικούς, τους ασχολούμενους με τη γη και τις τέχνες (οι άλλες ήταν οι Αιγικορείς, Γελέοντες και Όπλητες) … Dictionary of Greek
Μίλητος — I Μυθολογικό πρόσωπο, ιδρυτής της Μιλήτου, φίλος του Σαρπηδόνα. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν τον μύθο του με μερικές παραλλαγές. Ο Απολλόδωρος υποστηρίζει πως ήταν γιος του Απόλλωνα και της Αρείας, ενώ ο Οβίδιος τον αποκαλεί Δικωνίδη, δηλαδή… … Dictionary of Greek